ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ, ΒΑΣΙΛΗΣ


ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ, ΒΑΣΙΛΗΣ

Τελείωσε τη Γερμανική Σχολή Αθηνών και σπούδασε μεταλλουργός και χημικός μηχανικός στο ΕΜΠ, ενώ έκανε μεταπτυχιακά στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Έξι από τα νεανικά και εφηβικά μυθιστορήματά του (Το μήνυμα, Οι Εννέα Καίσαρες, Χνότα στο τζάμι, Στη διαπασών, Το μεγάλο ταξίδι της κινέζικης πάπιας, Ιπτάμενες σελίδες) διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, σε μετεκπαιδευόμενους δασκάλους, και τέσσερα από αυτά (Το μεγάλο ταξίδι της κινέζικης πάπιας, Μια αστεία επιδημία, Ιπτάμενες σελίδες, Η λευκή απεργία των ροζ φλαμίνγκο) έχουν μεταφραστεί στα τουρκικά από τις εκδόσεις Kelime Yayınları. Έχει διατελέσει μέλος σε κριτικές επιτροπές των Κρατικών Βραβείων, του ηλεκτρονικού περιοδικού Ο Αναγνώστης, του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς. Είναι επισκέπτης εισηγητής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας

 Πληροφορίες: 
Όνομα:  ΒΑΣΙΛΗΣ
Επίθετο:  ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
Έτος γέννησης:  1967
Τόπος γέννησης:  AΘΗΝΑ
Τίτλος αποσπάσματος:  Aπό «Το ημερολόγιο ενός δειλού»
Κείμενο αποσπάσματος: 

Πολλές φορές στον ύπνο μου βλέπω το θάνατό μου, δηλαδή με βλέπω μέσα σ’ ένα φέρετρο στην εκκλησία, η οποία είναι γεμάτη ανθρώπους, φίλους και εχθρούς, κυρίως συμμαθητές και καθηγητές. να είναι άραγε που ο κόσμος μου είναι μόνο το σχολείο; Που όλοι μου σχεδόν οι γνωστοί περιορίζονται σ’ αυτό; είναι, λέει, όλοι εκεί, αμίλητοι, κλαμένοι, να θρηνούν για μένα που πέθανα τόσο νέος. να κλαίνε και να οδύρονται επειδή δε φρόντισαν να με γνωρίσουν καλύτερα, ή επειδή μου είχαν φερθεί άσχημα, ή απλά, οι λιγότεροι, επειδή με αγαπούσαν. κι όλοι τους να έχουν απίστευτες ενοχές και τύψεις για το κακό που με βρήκε, που τους βρήκε.

Στα όνειρά μου, που μοιάζουν με ταινίες, δε βλέπω –προσπαθώ δηλαδή να μην σκέφτομαι καθόλου– τους γονείς μου. Δε θ’ άντεχα να τους δω λυπημένους, έστω και στον ύπνο μου. κι αν εμφανιστούν σε κάποιο όνειρό μου, φροντίζω να προσπεράσω τη σκηνή, να φύγουν από το πλάνο. Φαντάζομαι πως δεν είναι και τόσο υγιές για ένα παιδί της ηλικίας μου να βλέπει τέτοια όνειρα, λάθος, να κάνει τέτοιες σκέψεις – γιατί για σκέψεις πρόκειται, που τις κάνω συνειδητά, κι όχι για όνειρα. Ίσως να είναι και άρρωστο, δεν ξέρω. ειδικά τώρα τα Χριστούγεννα, που όλοι χαίρονται και όλοι διασκεδάζουν, βγαίνουν ή περιμένουν δώρα, εγώ να κάθομαι στα σκοτεινά του δωματίου μου και να σκηνοθετώ με το μυαλό μου αυτά τα πράγματα, είναι... δεν ξέρω. και ντρέπομαι τόσο πολύ να το πω σε κάποιον αυτό. ειλικρινά θα ’θελα να ξέρω αν υπάρχουν κι άλλα παιδιά στην ηλικία μου που να τους περνάνε τέτοιες σκέψεις απ’ το μυαλό, αλλά δυστυχώς δε θα το μάθω ποτέ.

Στην υποτιθέμενη κηδεία μου λοιπόν έχουν έρθει όλοι, ακόμα κι από το παλιό μου σχολείο. κυρίως όμως βλέπω τον Γόλιο και την παρέα του, να κλαίνε μετανιωμένοι γι’ αυτά που μου έκαναν, αλλά και τους άλλους συμμαθητές και συμμαθήτριές μου να τους βρίζουν. «εσείς φταίτε, εσείς το κάνατε!» τους φωνάζουν και κάποιοι πηγαίνουν προς το μέρος τους, τους βουτάνε και τους σπάνε στο ξύλο. και οι καθηγητές παρακολουθούν χωρίς να κάνουν τίποτα. γιατί το αξίζουν το ξύλο.

Βλέπω μετά στο δωμάτιο των καθηγητών όλους να τα βάζουν με τον κύριο Ζαφείρη. «τα ’βλεπες και δεν έκανες τίποτα!» του φωνάζουν κι αυτός πηγαίνει σε μια γωνιά μόνος του για να κλάψει. Μετά εμφανίζονται η Ελεονόρα και η Άννα, απαρηγόρητες, κι ο Ιάσονας, που φωνάζει πως ήμουν ο καλύτερος διπλανός, αλλά τον βρίζουν κι αυτόν γιατί ποτέ δε με υπερασπίστηκε, ούτε στο πάρτι του με είχε καλέσει.

Και τέλος βλέπω τους Κώστηδες, να παρηγορούν ο ένας τον άλλον γιατί έχασαν τον καλύτερο φίλο που θα μπορούσαν να έχουν ποτέ.

Κι όλη η τάξη είναι συντετριμμένη, τα παιδιά αγκαλιάζονται μεταξύ τους και το καθένα προσπαθεί να πει καλύτερα λόγια για μένα.

Και μετά, όταν παρατραβάει το όνειρο και έχουν κλάψει όλοι τους και το έχουν χιλιομετανιώσει και δε γίνεται τίποτε άλλο, δεν μπορεί δηλαδή να γίνει και κάτι άλλο, τότε... τότε, ξαφνικά, με βλέπω να σηκώνομαι από το φέρετρο στην εκκλησία –όχι σαν φάντασμα, αλλά σαν να έχει γίνει κάποιο ιατρικό λάθος κι έχω πέσει σε βαθύ λήθαργο– και όλοι, μετά το πρώτο ξάφνιασμα, ξεσπούν σε ζητωκραυγές και τρέχουν να με αγκαλιάσουν. Ο Γόλιος και οι δικοί του έρχονται και μου ζητάνε συγγνώμη και γίνομαι το πιο δημοφιλές άτομο στο σχολείο, με τους περισσότερους φίλους.

Σ’ αυτό το όνειρο μου αρέσουν περισσότερο οι σκηνές της θλίψης των άλλων, του θρήνου τους. και μετά χαίρομαι που όλοι ζητωκραυγάζουν. Η αλήθεια είναι πως μετά από αυτές τις σκοτεινές και καταθλιπτικές σκέψεις νιώθω αναζωογονημένος, σαν να έχω ξαναγεννηθεί, σαν να έχω βρει δικαίωση.

Μερικές φορές είναι αλήθεια πως το μυαλό μου σκηνοθετεί και την περίπτωση να μη γίνεται τίποτε απολύτως, να έρχονται όλοι στην κηδεία, να είναι σοβαροί και μετά να σηκώνονται και να φεύγουν συνεχίζοντας τις ζωές τους. αυτό δε μου αρέσει και πολύ βέβαια, δε θέλω στο όνειρό μου να συνεχίζουν όλοι τις ζωές τους κανονικά, σαν να μην έγινε τίποτα. Δε θέλω να με ξεχνάνε σε λίγες

μέρες και μετά να πηγαίνουν στα μαθήματα ή στις δουλειές τους γελώντας. Θέλω ο θάνατός μου να τους στοιχίσει. Έχω καταλάβει πως, πάνω απ’ όλα, αυτές οι σκέψεις είναι καθαρά εγωιστικές, αλλιώς, αν δε γινόταν και τίποτα, δε θα είχε νόημα να πεθάνω στα όνειρά μου. αυτός ο φανταστικός θάνατος είναι το μόνο που έχω σκεφτεί για ν’ αντιμετωπίσω ό,τι μου συμβαίνει. ακόμα και

στις σκέψεις μου, την ευκολότερη λύση διαλέγω. Δυστυχώς. φαίνεται πως ακόμα κι εκεί δεν τολμώ ν’ αντιδράσω.

Και μετά, όταν τελειώνω την ταινία μου, κι αφού ξεθυμάνει η ικανοποίηση που παίρνω, τότε καταλαβαίνω πόσο εγωιστικά και επιπόλαια σκέφτομαι, μόνο και μόνο για να νιώσω εγώ καλύτερα, και γεμίζω ενοχές, επειδή ξεχνώ τους γονείς μου, πώς θα αισθάνονταν, πόσο θα υπέφεραν και πώς θα ζούσαν χωρίς εμένα. και το μετανιώνω. μέχρι την επόμενη φορά που θα κλείσω τα φώτα, θα βάλω ν’ ακούσω κάποιο πολύ λυπητερό τραγούδι και θα ξαναρχίσω να σκέφτομαι αυτά τα πράγματα για να χαρεί ο εγωισμός μου.


Διακρίσεις: 

Για τα βιβλία του Χνότα στο τζάμι και Στη διαπασών έχει τιμηθεί δύο φορές με το Κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας (2008, 2010) και δύο φορές με το Βραβείο του περιοδικού Διαβάζω (2008, 2010), ενώ δύο ακόμα μυθιστορήματά του, Οι άρχοντες των σκουπιδιών και Ναι, Βιρτζίνια, υπάρχει Άγιος Βασίλης!, έχουν κερδίσει το Βραβείο του ηλεκτρονικού περιοδικού Ο Αναγνώστης (2013 και 2014 αντίστοιχα). Υπήρξε, επίσης, άλλες πέντε φορές υποψήφιος για το Κρατικό Βραβείο Παιδικής και Εφηβικής Λογοτεχνίας. To 2015 τιμήθηκε με το Βραβείο Κοινού Public για το βιβλίο Το ημερολόγιο ενός δειλού. Επίσης έχει αποσπάσει άλλα οκτώ λογοτεχνικά βραβεία για διάφορα έργα του από τον Κύκλο Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά και τον Κυπριακό Σύνδεσμο Παιδικού και Νεανικού Βιβλίου. Τρία από τα μυθιστορήματά του έχουν συμπεριληφθεί στους ετήσιους καταλόγους White Ravens, της Διεθνούς Βιβλιοθήκης Νεότητας Μονάχου, με τα διακόσια καλύτερα βιβλία παγκοσμίως.


E-mail:  Vpapat67@gmail.com