ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ ΣΤΕΛΛΑ


ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ ΣΤΕΛΛΑ

Σπούδασε Νομικά στο ΑΠΘ.

Εργάστηκε σε διάφορες υπηρεσίες.

Από το 1993 αφιερώθηκε στο γράψιμο.

 Πληροφορίες: 
Όνομα:  ΣΤΕΛΛΑ
Επίθετο:  ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ
Εργογραφία: 

Πεζογραφία:

 

Το Μαγγανοπήγαδο, Πύλη 1980, 1981. Κέδρος 1988. 4η έκδοση 1996
Σκόνη κόλλησε στ' αυτιά μας, Ν. Σύνορα 1983. 2η έκδοση Σύγχρονοι Ορίζοντες.
Το Τσιφτετέλι, Ν. Σύνορα 1983, 2η έκδοση 1997
Η συγκάτοικος, Κέδρος 1987, 4η έκδοση 1997
Και ο Φαίδων ... ήμουν εγώ, Κέδρος 1991
Ύστερα έφυγες στ' αλήθεια, Κέδρος 1996, 5η έκδοση 1998, 6η έκδοση 2003
Περνώντας βιαστικά ανάμεσά τους, Κέδρος 2η έκδοση 2000
Καμία ιστορία δεν τελειώνει, Κέδρος 2005


Θεατρικά:


Ενδοοικογενειακά - μεταδόθηκε σε συνέχειες από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Μακεδονίας
Εντός σχεδίου, Θέατρο των Καιρών, με κείμενα άλλων επτά Νεο-ελλήνων συγγραφέων, εκδόσεις Κέδρος 1988
Στην υγειά των χαμένων, εκδόσεις Σύγχρονοι Ορίζοντες 2001, Zum Wohl der Versager (μετάφραση στα γερμανικά από τη Μαρία Μπογδάνου) εκδόσεις Bernd Bauer Verlag 1997
Τσιγκλιντάν, βραβείο του υπουργείου Πολιτισμού 2002, Κέδρος 2006
 

Σενάριο:
 

Το Τσιφτετέλι - ταινία μικρού μήκους

Παιδικά:


Καβάλα σε δυο φεγγάρια, Α.Σ.Ε. 1982, 7η έκδοση 1989, 8η έκδοση Κέδρος 1994, 9η έκδοση Κέδρος 1997
Οδύσσεια (διασκευή), Α.Σ.Ε. 1983, 5η έκδοση 1989, νέα έκδοση Πατάκης 2001
Οι περιπέτειες του Μπιρμπιρή στη μυθική χώρα, Α.Σ.Ε. 1986, 3η έκδοση 1989, 4η έκδοση Κέδρος 1996
Η Πέτρα της υπομονής, Παρατηρητής 1986, 3η έκδοση 1989
Η Μυρωδίτσα, Παρατηρητής 1986, 3η έκδοση 1989
Η πεισματάρα Ρουμπίνη και άλλες ιστορίες, Πατάκης, 2006.


Έτος γέννησης:  1950-2008
Τόπος γέννησης:  Θεσσαλονίκη
Τίτλος αποσπάσματος:  Και ο Φαίδων...ήμουν εγώ
Κείμενο αποσπάσματος: 

Έχω να γράψω καιρό. Έστω ένα γράμμα ή μια ευχετήρια κάρτα. Τ' άσπρο χαρτί με πληγώνει, μάνα, αλλά η επιθυμία να σου γράψω με πνίγει. Ίσως καταφέρω μετά να κοιμηθώ. Το χιόνι, βουβά κι επίμονα, καλύπτει τα πάντα. Κάποτε τ' αγαπούσα. Τώρα τ' απεχθάνομαι. Μου υπενθυμίζει το θάνατο. Να σου γράψω για τόσα... Και οι λέξεις ξεφεύγουν, χάνονται. Αν έβλεπες το πρόσωπο μου δε θα χρειαζόταν να προσθέσω ή ν' αφαιρέσω κάποια απ' αυτές. Καιρό τώρα η αφαίρεση, η αγαπημένη μου πράξη, ενώ πολλαπλασιάζονται οι ήττες και οι φόβοι.
Μεσάνυχτα και κάτι κι ως συνήθως ξαγρυπνώ, να αφουγκράζομαι και το χρόνο στο γίγνεσθαι της παρακμής μου. Εσύ έξω απ' αυτόν, μνήμη κι όχι παρουσία. Για καιρό δεν ήθελα να το παραδεχτώ, όπως κι ότι ήταν ζήτημα χρόνου για να σε χάσω. Αλλά τρόμαζα και στο χρόνο που θα 'χανα μέχρι να συνερχόσουν, μέχρι να περπατούσες και να μιλούσες όπως και πριν. Είμαι ήδη τριάντα πέντε χρονών, και θα χάσω τουλάχιστον δύο χρόνια απ' τη ζωή μου, επαναλάμβανα μέσα μου θυμωμένη. Πόσα ξοδεύτηκαν ήδη άσκοπα; Αλλά και πόσες ανακατατάξεις; Κάποτε επαναστατούσα στη βαρετή ζωή, τώρα έγινα εγώ βαρετή. Μια πρόωρα γερασμένη και υστερική γυναίκα στα μάτια του Πέτρου και των άλλων.
Βούλιαξα στη σιωπή. Αυτή τη στιγμή που σου γράφω, οι ίσκιοι από τ' αντικείμενα έτσι που διαγράφονται στο μισοσκόταδο δε με τρομάζουν πια. Τα αντικείμενα. ’λλοτε δεν τα έριχνα δεύτερο βλέμμα, μόνο τα χρησιμοποιούσα. Στον καθρέφτη λίγο πριν και πάλι η άγνωστη γυναίκα με το άδειο βλέμμα και τα πεσμένα μάγουλα. Μ' εκνευρίζει. Τα μάτια της σαρκαστικά που κατάφερε και εξαφάνισε το εύθυμο πλάσμα που υπήρχε κάποτε μέσα μου. Πώς αλλάζουν όλα στη ζωή; Δεν υπάρχουν λέξεις να σχεδιάσω πώς την ονειρευόμουν. Να 'ταν αφημένη στην περιπέτεια και το απρόοπτο. Πώς; Με τρομάζουν και τα δύο. Τίποτα απ' ό,τι αναζήταγα συγκεκριμένα ή αόριστα. Για καιρό προσπαθούσα να ταυτίσω τις φαντασιώσεις μου με την επίπεδη αλήθεια. Η πραγματικότητα ήταν άλλη. Οι καταναγκασμοί της συμβίωσης και της καθημερινότητας. Οι υπεκφυγές χρόνων... Στο βάθος το 'ξερα. Ήμουν ανεπιθύμητη στη ζωή του Πέτρου. Στα όρια της υστερίας μια και η εξέγερση που αναζητούσα αδύνατη και στη σύλληψη της. Τα διέλυσα όλα, δεν ήθελα να 'μουν σύζυγος, έπρεπε να δραπετεύσω απ' τη μιζέρια και της συναισθηματικής μου ζωής.
Τι εγωισμός; Πάλι για μένα σου μιλώ. Λέξη για σένα. Ο γιατρός μου ανέφερε τη λέξη κατάθλιψη. Σκέτη θλίψη, τον διόρθωσα, δεν κατάλαβε, εκείνος στα δικά του. Πρέπει να τη στομώνω μ' ό,τι πρόχειρο βρίσκω, επέμενε με στόμφο. Να βγαίνω, να διασκεδάζω, προπάντων να μη σκέφτομαι. Δεν του απάντησα. Οι άσκοπες κουβέντες με κουράζουν, κατέληξα ν' απομονωθώ.
Το χιόνι πέφτει-πυκνό. Το σιχαινόσουν όταν έλιωνε κι ανακατευόταν με, τη λάσπη. Είσαι μόνη όπως κι εγώ; Τέρας εγωισμού για να μ' αγαπάς όσο μ' αγαπούσες, λίγοι άνθρωποι αξιώθηκαν να τους αγαπήσουν όσο εσύ εμένα, πάλι για μένα, αλλά αν μιλήσουμε για σένα, δεν το 'χω σε τίποτα ν' αρχίσω να ουρλιάζω. Όπως παιδί, που έβλεπα διαρκώς τον ίδιο εφιάλτη... Ήταν Χριστούγεννα, χιόνιζε κι εγώ τουρτούριζα όρθια πίσω απ' την τζαμόπορτα της κουζίνας, κρύωνα, φοβόμουν, δεν ήταν κανείς, είχες εξαφανιστεί. Ήθελα να φωνάξω και δεν έβγαινε φωνή, να τρέξω να σε βρω και τα πόδια μου δε μ' άκουγαν, ξυπνούσα απ' τα αναφιλητά μου κι έτρεχες να με παρηγορήσεις.
Τώρα δεν έρχεσαι στα όνειρα μου ή όταν σπάνια συμβεί αυτό, στο βλέμμα σου η μομφή. Έχεις δίκιο. Κουράστηκα γρήγορα στην αρρώστια σου, φέρθηκα επιπόλαια στην κρισιμότητα της κατάστασης σου, δεν κυνήγησα κι όλους αυτούς στο Νοσοκομείο, που ευθύνονται μ' εγκληματικές παραλείψεις, αλλά σε παρακαλώ, αποδέσμευσε με από τη μνήμη σου, δεν το αντέχω άλλο, απόκαμα να σε κουβαλώ. Πνίγομαι. Θα βάλω μουσική.
Αν οι γείτονες ενοχληθούν στην ένταση της; Είναι μία τα μεσάνυχτα και, τι με νοιάζει; Κάποτε την κλασική μουσική την είχα συνδέσει με τις κηδείες. Εδώ και καιρό ακουμπώ πάνω της. Τι να σου πρωτοπώ; Μέρες και μήνες γεμάτες ξηρασία και ο φόβος μιας νέας επικείμενης συμφοράς υποχθόνιος και ποτέ συγκεκριμένος να με παραφυλά διαρκώς. Αν όλοι συνενώναμε τους φόβους μας... ποιον απ' όλους; Αν και περισσότερο ξέρεις τι τρέμω, μάνα; Αυτό που δεν έρχεται, που ίσως δεν θα 'ρθεί ποτέ...
Αυτή η μουσική τι οδύνη και τι παρηγοριά. Ντύνει κοινότοπες ή αόριστες λέξεις στη σιγή της νύκτας με βάθος, έκσταση, μαγεία, πυκνότητα και εικόνες. Οι μνήμες είναι εικόνες. Τα ζώα έχουν μνήμες; Γνωρίζουν τις δικές μας λέξεις; Μάλλον τους είναι άγνωστα τα επίθετα. Έτσι κι αλλιώς είναι άχρηστα. Η ουσία βρίσκεται στα ουσιαστικά, ή όχι; Νοσταλγίες, σπαραγμός, ανασφάλειες, φοβίες, η ζωή, ο θάνατος, το μίσος, η αγάπη, οι μικρότητες, οι κακίες, η ευγένεια, η μεγαλοψυχία, η βλακεία, ο εγωισμός, η βαρβαρότητα, η βιαιότητα, η σοφία, η ανοησία, η ρευστότητα, η επιπολαιότητα, αλλά όλα αυτά είμαι εγώ. Δεν αντέχεται αυτή η μουσική. Κυριαρχεί ο θάνατος. Και πρέπει πια να μ' αναγκάσω να δω τη ζωή την πραγματικότητα. Ως πότε θα μ' εξαπατώ. Φτάνει με το μελοδραματισμό που αναδίνει η ζωή μου. Έτσι κι αλλιώς ο θάνατος σου, μάνα, δε θα αποκτήσει για μένα ποτέ την οριστικότητα που έχει ένας θάνατος. Από καιρό ενεργώ κι αντιδρώ όπως εσύ.
Τι με κοιτάς δύσπιστα, δεν το πιστεύεις;
Μ΄είχες πει κάποτε: "Ήθελα να ξέρω πότε το παίζεις και σ΄ εσένα την ίδια". Ε, ναι, λοιπόν. Έκανα τόσα παράτολμα σχέδια στην περίπτωση που δεν θα υπήρχες. κάποιες στιγμές πίστευα... θα ήμουν ελεύθερη δίχως εσένα.