ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ


ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ

Μaster Κοινωνικών Επιστημών και Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας. Σεμινάρια σκηνοθεσίας στη Σχολή Κινηματογράφου του Λοτζ στην Πολωνία.

Εργάστηκε ως συντάκτης σε πρωινές εφημερίδες της Αθήνας και σε περιοδικά (1977-1999). Από το 2000 εργάζεται ως επιμελητής ύλης στο ένθετο για τα βιβλία του Βήματος της Κυριακής.

https://youtu.be/lA_tDdvROpM

 Πληροφορίες: 
Όνομα:  ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Επίθετο:  ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
Εργογραφία: 

Ποίηση:

Υπέρ θηλών και ραμφών, Ειρήνη 1983
Τα μαύρα μέταλλα του πόθου, Μανούτιος 1985
Η Σουπέργκα περιμένει, Κάβειρος 1987 και 1992, Το Ροδακιό 1999
Το λείψανο των ημερών, Κέδρος 1994
Ζωή κλεισμένη, Το Ροδακιό 2002

Μεταφράσεις:

Μπρούνο Σουλτς: Τα μαγαζιά της κανέλας, Νεφέλη 1988
Γ. Μπ. Γέητς: Ο θάνατος του Συνγκ, Το Ροδακιό 1993
Ράντγιαρντ Κίπλινγκ: Αν, Καστανιώτης 1993
Τζέημς Τζόυς: Φανερώσεις, Το Ροδακιό 1994
Ευγένιος Ο΄Νηλ: Ο Αυτοκράτορας Τζόουνς, ανάτυπο από το περιοδικό Εκηβόλος, τεύχος 18, χειμώνας 1997


Διεύθυνση: 

Νηρηίδων 98,
175 61 Παλαιό Φάληρο


Έτος γέννησης:  1957
Τόπος γέννησης:  Αθήνα
Τίτλος αποσπάσματος:  Ζωή κλεισμένη
Κείμενο αποσπάσματος: 

ΓΚΟΥΑΝΤΑΛΚΑΝΑΛ*

Γκουανταλκανάλ, σε είδα να ορθώνεσαι απ΄ τον ωκεανό
η δύση σού ΄δινε αβέβαιη θωριά
κι η άγρια βλάστηση πλανούσε τις αισθήσεις.

Είσαι αλήθεια ή ψέμα δεν το ξέρω
στη σκαφτή αμμουδιά η τρομερή οπτασία
ενός που έχασε το λογικό απ΄ το μπαράζ των ολμοβόλων
στα πέρατα υψώνονται στήλες νερού
ιδρώτας μυρίζει ούρα και θειάφι.

Γκουανταλκανάλ, είσαι τα ακατάλυτα βουνά
τα παραδείσια πουλιά τα ερπετά σου
είσαι η σάπια ζούγκλα τα πορφυρά σου κεφαλόποδα
η φονική σου μοναξιά η ύπουλη ενέδρα μες στις λόχμες
Γκουανταλκανάλ, είσαι τα παγωμένα σου νερά
οι ξαφνικές ομίχλες τ΄ απογεματινό ψιλόβροχο
οι λάσπες σου τα μανιασμένα σου ακρογιάλια
το πολυβόλο που θερίζει οι πνιχτοί γδούποι τη νύχτα
και τα χυμένα μυαλά μ΄ όλες τις μύγες πάνω τους
είσαι το χαροπάλεμα το κλάμα οι παρακλήσεις
κείνη η μία σφαίρα σου πού ΄χει ριχτεί για μένα.

Γκουανταλκανάλ, είσαι μιά έξαψη του νού
πόσοι τρελοί σε κατοικούν πόσοι αλαφροίσκιωτοι
πόσοι μικροί πανηγυριώτες θά 'θελαν να σε βλέπαν
Γκουανταλκανάλ, είσαι το τίποτα κι είσαι το παν
ένα στοιχειό έτσι όπως πάλλεσαι σε μια οθόνη αδειανή
με παλιακούς υπότιτλους με λιόσπορους και παγωτό.

Γκουανταλκανάλ, ονειρικό του θανάτου περιβόλι
με την αλλόκοτη μορφή σου σ΄ αγαπώ
θα ΄χουνε φύγει όλοι μα εγώ θα μένω εδώ
πεσμένος μπρούμητα μες στο ψηλό χορτάρι
στ΄ αυτιά μου μέσα θα βουίζει
απ΄ την παρθενική σου καταιγίδα ο κεραυνός.
Τα πλάσματά σου όλα τρέχουν να κρυφτούν
κι εγώ ασάλευτος μαρμαρωμένος
θήραμα μαζί και κυνηγός
σα Ροβινσώνας παράδοξος
απ΄ τον αιώνα ξεχασμένος.

(*Το μεγαλύτερο από τα νησιά του συμπλέγματος του Σολομώντα, στον Ειρηνικό Ωκεανό. Θέατρο φονικών μαχών μεταξύ Αμερικανών και Ιαπώνων, ανάμεσα Αύγουστο 1942 και Φεβρουάριο 1943.)


ΤΑΪΖΟΝΤΑΣ ΖΑΧΑΡΗ ΜΙΑ ΜΥΓΑ

Ο,τι έμεινε απ΄ το ξεθυμασμένο καλοκαίρι εσύ
που ζουζουνίζεις άτονα συνήθειο της φυλής σου
μεσ΄ απ΄ τις τραβηγμένες κουρτίνες
στα στόρια τα κλειστά του παραθυριού.

Ποιά δύναμη σκέφτηκα σε σπρώχνει ν΄ αφήσεις
τη δροσερή ασφάλεια της μισοσκότεινης κάμαρας
για το σίγουρο θάνατο της αυλής και του δρόμου
όπου πουλιά του φθινόπωρου πεινασμένα
περιμένουνε λαίμαργα τα λιγοστά έντομα
όσα ξέμειναν και βέβαια εσένα.

Μιά παρόρμηση στο ψυχρό τζάμι απαλά
να σε πιέσω μου λέει κάτι όμως με κρατά
το τέλος αυτό στη ζωή σου να δώσω·
συμπόνια; ή μήπως η ψευδαίσθηση πως
δυό κόκκοι ζάχαρη ταϊσμένοι σε σένα
να φέρουν πίσω μπορούν τον καιρό
η πλάνη πως γίνεται μιά εποχή πεθαμένη
μεσ΄ από τους νευρώνες των διάφανων
φτερών σου έστω για μια στιγμή
πίσω να φέρω ν΄ αναστήσω.



ΣΥΜΦΕΡΟΥΣΑΣ ΤΑΦΟΣ

Εδώ είναι θαμμένη η Συμφέρουσα
δεκάξι χρόνων ξένη από λιβυκή γενιά.
Αρρώστια κακιά μάρανε πάρωρα το κορμί μου
κι άντρα χάδι δε χάρηκα στον κόρφο μου
και το γλυκό φως του ήλιου για πάντα το στερήθηκα
και τους καλούς γονείς μου δε θα τους ξαναδώ.

Εσύ διαβάτη που περνάς
σκέψου για λίγο τη δόλια της Συμφέρουσα
που πέθανε και θάφτηκε εδώ.
Γιατί ΄μουν νέα κι όμορφη
και τώρα μέσα στο πετρωμένο περιβόλι
του ύπνου διαβαίνω το παντοτινό
πού η ψυχή απ΄ το στήθος μου φτερούγισε
σαν πρωινό αγέρι.


Διακρίσεις: 

Βραβείο Ποίησης 2003 του περιοδικού Διαβάζω για το βιβλίο Ζωή κλεισμένη.
Βραβείο Λάμπρου Πορφύρα της Ακαδημίας Αθηνών 2004 για το βιβλίο Ζωή κλεισμένη.


E-mail:  dxou11@otenet.gr