Απονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας Συγγραφέων


04/11/15

Με μια εξαιρετικά σημαντική για τον κόσμο των γραμμάτων αποκάλυψη, για το σχέδιο δημιουργίας ενός μεγάλου και ρηξικέλευθου λογοτεχνικού λεξικού από την Ακαδημία Αθηνών, κορυφώθηκε η χθεσινή τελετή απονομής των βραβείων της Εταιρείας Συγγραφέων από τον υπουργό Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά στους Ζέφη Δαράκη (βραβείο Διδώ Σωτηρίου) και Χριστόφορο Χαραλαμπάκη (βραβείο Δαίδαλος). 

Την εκδήλωση στο αμφιθέατρο «Αντώνης Τρίτσης» του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων συντόνισε η Γενική Γραμματέας της Εταιρείας Συγγραφέων Αγγελική Στρατηγοπούλου, ενώ ο Πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων Δημήτρης Καλοκύρης, παρουσίασε και υποδέχτηκε τα νέα μέλη της εταιρείας (τακτικά μέλη: Κούλα Αδαλόγλου, Νίκη Αναστασέα, Γιάννης Ατζακάς, Σοφία Διονυσοπούλου, Κώστας Χατζηαντωνίου, αντεπιστέλλοντα: Ταρίκ Γκιούνερσελ, Θοδωρής Καλλιφατίδης, Γκάμπριελ Ρόζενστοκ και επίτιμα: Σοφία Ζαραμπούκα, Πέδρο Μπάδενας δε λα Πένια, Κρεσέντσιο Σαντζίλιο).

Τα βραβεία απένειμε ο υπουργός κ. Αριστείδης Μπαλτάς, ο οποίος και αναφέρθηκε στην ανάγκη ενίσχυσης της πολιτιστικής δημιουργίας στη χώρα μας, ενώ εκ μέρους του συνδιοργανωτή Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (Ο.Π.Α.Ν.Δ.Α), χαιρετισμό απεύθυνε ο Πρόεδρός του, Χρήστος Τεντόμας.

Για το πλούσιο και λαμπρό έργο της βραβευθείσας ποιήτριας Ζέφης Δαράκη μίλησαν η αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Έλλη Φιλοκύπρου και ο ποιητής Βάκης Λοϊζίδης, οι οποίοι εξήραν το διαφορετικό στίγμα που η σημαντική ποιήτρια αφήνει στη νεότερη ελληνική ποίηση. Στο πλούσιο έργο στη γλωσσολογία, τη λογοτεχνία και την ιστορία της ελληνικής γλώσσας του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη αναφέρθηκε στη δική του ομιλία ο «μαθητής» του Χαραλαμπάκη, επίκουρος καθηγητής Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ. Νίκος Λαβίδας.

Η τελετή ολοκληρώθηκε με την αποκάλυψη του γενικού συντονιστή του Χρηστικού Λεξικού της Νεοελληνικής Γλώσσας, καθηγητή του πανεπιστημίου Αθηνών κ. Χαραλαμπάκη, ότι προετοιμάζει ήδη, και πάλι με την υποστήριξη της Ακαδημίας Αθηνών, το «magnum opus» του ερευνητικού του έργου: ένα λεξικό όπου θα ερμηνεύονται οι λέξεις όπως χρησιμοποιούνται από τους λογοτέχνες - πεζογράφους και ποιητές – από τα Απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη μέχρι σήμερα. Αθησαύριστοι όροι, νεολογισμοί και λέξεις όπως αυτές καταγράφηκαν στα νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμενα θα συγκεντρωθούν για πρώτη φορά σ’ ένα λεξικό, το οποίο φιλοδοξεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τα σύγχρονα ελληνικά γράμματα.

ΟΙ ΟΜΙΛΙΕΣ:

Για τη Ζέφη Δαράκη

ΕΛΛΗ ΦΙΛΟΚΥΠΡΟΥ

Αυτός ο ανείπωτος άκαυτος λόγος που διαπερνώντας τη ρωγμή του τρόμου του, θ’ αφήσει σιωπηλά το ποίημα να περάσει...: έτσι ορίζει την ποιητική δημιουργία η Ζέφη Δαράκη στον πιο πρόσφατο σταθμό της πορείας της: τη Σπηλιά με τα βεγγαλικά.  Από τις Μεταπτώσεις (του 1967) ώς τη Σπηλιά (του 2014) η ποιήτρια μάς καλεί να συνοδοιπορήσουμε μαζί της σε μια δύσβατη όσο και συναρπαστική διαδρομή, όπου το έξω και το μέσα, ο τρόμος και ο λόγος, η σιωπή και το ποίημα συνυπάρχουν, ανοίγοντας περάσματα μέσα από τα οποία συναντάμε τον εαυτό μας και τον Άλλον.     

Στα πρώτα έργα (μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980) κυριαρχεί η αίσθηση του ασφυκτικού εγκλεισμού σ’ έναν χώρο κενό ή και εχθρικό.  Η αφηγήτρια και οι πρωταγωνιστές των ποιημάτων βρίσκονται καθηλωμένοι σε μιά κατάσταση μάταιης προσμονής ή περιπλανιούνται σε έρημους κήπους και άδεια δωμάτια. Η πραγματικότητα –ομοιόμορφη, ισοπεδωτική, αλλοτριωτική– επικυρώνει κατ’ επανάληψη την κυριαρχία της, απωθώντας το όνειρο.  Άλλωστε βρίσκει το αντίκρυσμά της στο εσωτερικό της ψυχής: η απειλή έρχεται τόσο απ’ έξω όσο και από μέσα. Νύχτες και μέρες αόρατες πηγαινοέρχονται πάνω στο κορμί της/ Έτσι μπορεί κι ακούει/ το τραίνο που σφυρίζει/ μα πουθενά δεν φεύγει. Σταδιακά η ποιήτρια συνειδητοποιεί ότι, καθώς οι δρόμοι διαφυγής προς τα έξω ή προς τα επάνω είναι απροσπέλαστοι, πρέπει να κατασκευάσει έναν άλλον: προς τα κάτω και προς τα μέσα.  Να οικειοποιηθεί τον εγκλεισμό και να διερευνήσει το σκοτάδι· εκείνο που σκοτεινιάζει είναι ορατό μόνο μες στο σκοτάδι.  Μετέχει έτσι σε Αόριστα γεγονότα, εξακολουθώντας παράλληλα να παρακολουθεί τη σύγκρουση του ατόμου με την πραγματικότητα και την ήττα του. Το μοναχικό φάντασμα της Λένας Όλεμ περπατά με βήματα που σαν να μην ήθελαν να υπάρξουν στο πήγαινε έλα του κόσμου· και η Κρεμασμένη είναι η γυναίκα που τα βήματά της την οδηγούσαν πάλι και πάλι σε μια κατάκλειστη πόρτα.

Μια ποίηση χαμηλόφωνης διαμαρτυρίας, λοιπόν, για την ακυρωμένη ύπαρξη. Ωστόσο, αν για άλλους ποιητές της γενιάς της, όπως για τον Βύρωνα Λεοντάρη, με τον οποίο συνομιλεί ακατάπαυστα, η τέχνη καλείται να αφυπνίσει το κοινωνικό σύνολο, και καταγράφει την αποτυχία της και τη ματαίωσή της, για τη Ζέφη Δαράκη η τέχνη είναι προσωπική υπόθεση (και γι’ αυτό, βέβαια, όχι λιγότερο κοινωνική και συλλογική)· και δικαιώνεται ως αναζήτηση μιας αόρατης ή κρυμμένης αλήθειας. Στα ποιήματα από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και εξής, η αλήθεια αρχίζει κατά διαστήματα να αναφαίνεται –άστατη, αβέβαιη, αντιφατική, πολλαπλή. Συγυρίζω τ’ ασυγύριστα/ Ντουλάπια δεν υπάρχουν να κρύψουν τις φωνές/ Κλάματα ασκούπιστα.  Η ψυχική σύγχυση αναδεικνύεται ως κάτι άφευκτο, αλλά κατά κάποιον τρόπο και επιθυμητό.  Καθώς ο άνθρωπος αδυνατεί να αποφύγει τα τραύματα, πρέπει να τα ψηλαφήσει, να τους επιτρέψει να προβληθούν πάνω στα τοπία, να στοιχειώσουν τα δωμάτια, να υπονομεύσουν τις στιγμές· να συμφιλιωθεί με το σκοτάδι και να το αφήσει να ηχήσει και να μορφοποιηθεί.  Τότε, ίσως  βρει μια εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα σε όσα έχουν συμβεί και σε όσα επιθυμεί· να ανακαλύψει το σημείο όπου το τετελεσμένο διασταυρώνεται με το όνειρο, χωρίς το ένα να αναιρεί το άλλο.

Στην κατάκτηση της εύθραυστης αυτής ισορροπίας καίριο ρόλο αναλαμβάνει ο λόγος: αυτός που λέει τον άνθρωπο, όπως δηλώνεται στο Σώμα δίχως αντικλείδι (του 2000).  Πρόκειται για έναν λόγο που δεν θέλει να περιγράφει το βίωμα αλλά να αποτελεί μέρος του:

 

Λέγομαι στο απλανές βλέμμα
αιώνια μαύρο
και γαλανό του ονείρου
Και δεν ξεχνώ δεν μπορώ να ξεχάσω
γι’ αυτό ξεχνώ
και κομματιάζομαι απ’ τ’ όνειρο
έτσι περιπαθές και αχαρακτήριστο
έτσι φονικό και δαιμονόπληκτο

 

Ένας τέτοιου είδους λόγος ταράζει, αναστατώνει, μας οδηγεί σε αναπροσδιορισμούς. Έτσι η ποιήτρια φροντίζει να ορίσει το πεδίο της συνομιλίας της:

 

Γι’ αυτό μιλώντας απευθύνομαι
απευθυνόμουν πάντα
στους φυγάδες

σε ανθρώπους δίχως βεβαιότητες

Σ’ αυτούς που πήδηξαν τον τοίχο
από την άλλη
ψηλώνει το πάθος

 

Σ’ αυτούς που έκαναν ιχνήλατα βήματα στους εφιάλτες του Νιζίνσκυ στα ιπτάμενα χρώματα του Βικέντιου καθώς η κάμερα πέφτοντας κάτω ράισε το μαύρο του κόσμου αστράφτοντας εικόνες

 

Άνθρωποι που δεν διστάζουν να  προσηλωθούν στο σκοτάδι τους και να το μετατρέψουν σε χρώματα και ρυθμούς, όπως ο Βαν Γκογκ και ο Νιζίνσκι· φυγάδες της οριοθετημένης, στο χώρο και στο χρόνο, ζωής τους και αβέβαιοι εξερευνητές μιας άλλης, πίσω απ’ τον τοίχο.  Για την άλλη ζωή τη βυθισμένη μιλά ο Σεφέρης· η αναζήτηση της καταποντισμένης αυθεντικότητας της ανθρώπινης υπόστασης διατρέχει και την ποίηση της Δαράκη.  Αν ο χωροχρόνος βιώνεται από το υποκείμενο ως κάτι σκοτεινό και δύσβατο, η ποίηση οφείλει να εισχωρήσει στα σκοτεινότερα σημεία· να επιμείνει στη ματαίωση, στη ρήξη του υποκειμένου με τον εαυτό του, στη διάψευση συλλογικών προσδοκιών, σε όσα, απωθημένα, στοιχειώνουν, απροσδόκητα και επώδυνα, τις σκηνές της καθημερινότητας.  Καθιστώντας ορατό το κέντρο του σκοταδιού, η ποίηση μάς επιτρέπει να το οικειωθούμε· και, ενδεχομένως, να το φωτίσουμε.

Για να το επιτύχει αυτό, πρέπει να κατακτήσει την αοριστία· χρειάζονται λέξεις-αντανακλάσεις, λέξεις-υπαινιγμοί· ένας ποιητικός λόγος που να αντιστοιχεί στο ομιχλώδες τοπίο τής εσωτερικής πραγματικότητας. Σε αυτόν το στόχο προσανατολίζεται σταθερά η Ζέφη Δαράκη στα έργα της τελευταίας δεκαπενταετίας.  Αφού σε ονομάζω θα πει σε χάνω, όπως δηλώνεται στον τίτλο μιας από τις συλλογές της, η ποιήτρια καταφεύγει στις μετονομασίες, επαναφέροντας αυτό που χάνει, ώστε να το παραδώσει εκ νέου στην απώλεια και, στη συνέχεια, να το αναδημιουργήσει. Γι’ αυτό και, παρά τη διαπίστωση: Ερημώνει η ποίηση το πρόσωπό μου, επιμένει και στην ποίηση και στην ερήμωση, που συνυπάρχει με την πλήρωση. Περνώντας από το ένα ποίημα στο άλλο ή από τη μία συλλογή στην άλλη, η ποιήτρια πραγματοποιεί μια κίνηση εκκρεμούς.  Με έναν πρωινό περίπατο και το ακαθόριστο του προορισμού ενός συντροφικού πρώτου πληθυντικού κλείνει το Ερήμωνε· με το βυθό της οδύνης που διακρίνεται μες στο σκοτάδι από το μοναχικό υποκείμενο εισάγεται η επόμενη συλλογή: Η σπηλιά με τα βεγγαλικά (2014).  Η κίνηση του εκκρεμούς συνάδει άλλωστε με την επιμονή της Δαράκη στην ερωτηματική, απορηματική στάση.

...

Μη λες πως ο ποιητής είχε
τις απαντήσεις
είχε το αναπάντητο
ή μη μου λες

πως ο θάνατος είχε τις απαντήσεις

αφού το μισό του πρόσωπο
είναι φαγωμένο απ’ τη ζωή

 

Τα βεγγαλικά της σπηλιάς μορφοποιούν το φως της ποίησης: απαστράπτοντα κι επικίνδυνα διασχίζουν για λίγο το σκοτάδι του χωροχρόνου, όπως οι λέξεις το σκοτάδι της ποίησης· και το αφήνουν και πάλι να κυριαρχήσει, αφού αυτό υποθάλπει τη λάμψη τους.  Μέσω της τέχνης, η Δαράκη βλέπει τον άνθρωπο να λυτρώνεται από την αλλοτρίωση που του επιβάλλει ο ετεροκαθορισμός. Οι δρόμοι της διαφυγής διανοίγονται υπογείως: σκάβονται διαβάσεις στο εσωτερικό της ψυχής.  Οι σκοτεινές σπηλιές που συναντά κανείς διασχίζονται από φως· αντίστοιχα, ο έξω, λαμπερός κόσμος στον οποίο οδηγούν οι υπόγειες στοές, κυριεύεται κάθε τόσο από σκοτάδι.  Ο νέος χωροχρόνος, που σχηματίζεται από μορφοποιημένους τρόμους κι από ευτυχισμένες αναμνήσεις, από βιώματα και απραγματοποίητες επιθυμίες, από πλάσματα της φαντασίας και από ανθρώπους υπαρκτούς, αιφνιδιάζει τον κάτοικό του, μετασχηματίζεται απρόσμενα, εναλλάσσει την περιδίνηση με την ακινησία.  Καθώς τον εξερευνούμε, εμείς (άνθρωποι δίχως βεβαιότητες) καλούμαστε να κοιταχτούμε και να κοιτάξουμε γύρω μας ανακαλύπτοντας άγνωστα τοπία, πόρτες που ανοίγουν ξαφνικά ή μένουν πεισματικά κλειστές, νιώθοντας το χρόνο να βαθαίνει σαν ένα αγκάλιασμα ή να χάνεται στο αμίλητο κέντρο του, θέτοντας διαρκώς το αγωνιώδες ερώτημα: είναι κανείς εδώ; και βιώνοντας ξανά και ξανά το ρίγος εκείνο το φευγαλέο ανάμεσα σε [εμάς] και στο κάτι κρυμμένο.

 

ΒΑΚΗΣ ΛΟΪΖΙΔΗΣ

Η Ζέφη Δαράκη με λόγο μεστό που ταυτόχρονα διατηρεί ένα νεανικό σφρίγος και δροσίζει το τραγικό με ακατάληπτο τρόπο, έχει κατακτήσει τη δική της ευδιάκριτη φωνή στο σώμα της ελληνικής λογοτεχνίας. Αφοσιωμένη στην τέχνη της και στη μελέτη της λογοτεχνίας  κρατήθηκε μακριά από επικοινωνιακά παιχνίδια και δημόσιες σχέσεις. Κέρδισε την κατάφαση περνώντας από τα πιο δύσβατα του ποιητικού λόγου.  Η ποίηση της ως πράξη απόγνωσης αποπνέει ειλικρίνεια και απίστευτη δύναμη.

Πρόκειται για ποιήτρια που η στάση της στη ζωή δεν έχει απόκλιση από τη στάση της στο ποίημα. Κινούμενη στα πιο  απόκρημνα σημεία του λόγου, μας καλεί να ανακαλύψουμε τον άνθρωπο μέσα μας. Να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμη που μπορεί να μας επανατοποθετήσει απέναντι σε ζωτικά θέματα της ύπαρξης. Πρόκειται για ατόφια ποίηση με πρώτη ύλη τον πόνο. Κάθε ποίημα της αποτελεί μια πληγή. Μια πληγή που δεν ξεχνάει το αίμα που έχασε. Μια πληγή που διεκδικεί τη  συνέχεια στο χρόνο, έχοντας πλήρη επίγνωση της τραγικότητας των στιγμών.

Όπως από πολύ νωρίς διαπιστώνει ο Αλέξης Τραϊανός, στη Δαράκη υπάρχει μια συνεχής πυρπόληση του είναι της ένα πάθος που κατακυριεύει την ύπαρξη  και τη γυρίζει το μέσα έξω . Τα ποιήματα της ως εμπύρετα μυστήρια απευθύνονται σε ανθρώπους δίχως βεβαιότητες. Σε αυτούς που έκαναν ιχνήλατα βήματα στους εφιάλτες και στα ιπτάμενα χρώματα του Βικέντιου. Γιατί όπως σημειώνει η ποιήτρια κάθε απάντηση είναι ένα ψέμα.

Με αινίγματα εικόνες, σιωπές αέναες και λέξεις που δε χορταίνουν τους γκρεμούς τους, η Δαράκη βιώνει το ποίημα ως ένα άκρως επικίνδυνο τόπο που αναπνέει σε διαφορετικούς χρόνους, ένα κρίσιμο πέρασμα στο επέκεινα. Αμφισβητεί το αμετάκλητο.

Διαβάζοντας τα ποιήματα της γεννιέται μέσα μας η απορία. Πόσο ονειρικό μένει τελικά αυτό που εκλαμβάνουμε ως αποκλειστικά ονειρικό. Πόσο πραγματικό είναι κάτι χωρίς τη διάσταση του ονειρικού. Η συνάντηση του ονειρικού και η συνομιλία με το τραγικό – πραγματικό στα ποιήματα της υπόσχεται μια διαύγεια που αξιώνεται η ποιήτρια  μέσα από την ποιητική πράξη με καίριο τρόπο.

Το προσωπικό απλώνει το χέρι στο συλλογικό στην ποίηση της, το κρατά σφιχτά και προχωρούν μαζί. Νιώθει έντονα την ανάγκη ότι το ποίημα πρέπει να φτάσει. Δεν μπορεί να μείνει ενεπίδoτο. Δεν επαρκεί μια φιλοσοφημένη σιωπή. Ορθώνει τα μην και τα δεν σε ότι την πληγώνει.

Συνειδητοποιώντας την αδυναμία της ποίησης να υπερκεράσει την ένταση του βιωμένου πόνου προβληματίζεται γόνιμα για την ουσία του ποιητικού λόγου. '' Έρμαιο των λέξεων/ φτάνει σου είπα/Φτάνει/Μας ελεούν οι λέξεις μόνο/αγκάλιασέ με. Ο προβληματισμός της για την ουσία της ποιητικής πράξης εδράζεται μέσα στη ζωή. Δεν πρόκειται για άσκηση εργαστηριακή. Η ποίηση της κεντάει από την ανάποδη τις αλήθειες όλων των πραγμάτων.

H ποιήτρια βιώνει τα βήματα πίσω της ως γνεψίματα ενός αμίλητου θαύματος. Με πράξεις στο ύψος του τρόμου λύνει τον χρόνο, φτάνει στο κουκούτσι των λέξεων. Το παρόν βιώνεται ως παρελθόν του αύριο και ως αύριο του παρελθόντος. Μέσα στο αιώνιο του παρόντος καταλύεται κάθε βεβαιότητα. Επιλέγει να αντικρίσει την κατασπάραξη του θαύματος. Ο τρελός σφυγμός του μισοειπωμένου τροφοδοτεί το λόγο της. Η ζωή παραμένει απόκρυφη στην ποίησή της. Το βάθος του αθέατου λειτουργεί αποκαλυπτικά.

Ο έρωτας διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο   στο εναγώνιο ερώτημα της ζωής και του θανάτου, που βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού της. «Ο έρως για την ποιήτρια διατηρεί ακέραια τη μνήμη του και όταν λοιδορείται..., δεν μιλιούνται οι δρόμοι του έρωτα, περπατιώνται από παμπάλαια μυστικά και δροσερά κλάματα. Αδιανόητο παραμένει το τέλος του όπως και η αρχή.» Η Δαράκη βιώνει τον έρωτα ως το άλλο πρόσωπο του θανάτου και μέσα από τη σύζευξη των δύο, αρθρώνει ένα λόγο τραγικό βγαλμένο από τα πιο ατόφια κοιτάσματα της ανθρώπινης ψυχής.

Δε γράφει για να παρηγορηθεί. Δε γράφει για να εξηγήσει. Κάθε της ποίημα   ως γνήσιο κράμα χρόνου, συνιστά πράξη αυτογνωσίας. Με ακονισμένες στο έπακρο τις αισθήσεις καθιστά κάθε πόνημα της παλλόμενο κύτταρο. Η  εξομολόγηση της  δεν αποκλείει τίποτα. Οδηγεί στο μέγα βάθος του σώματος χωρίς αναστολές. Εντείνει το αναπάντητο.

Στίχοι σπάνιας υποβλητικότητας σταματούν τον αναγνώστη. Αυτονομούνται μέσα στο ποίημα ως αυτάρκεις ποιητικές οντότητες. « Αλλά γι’ αυτό είναι η ζωή αιώνια/για ένα τίποτα /Για έναν παλιό σφυγμό».

Το ένφλογο και το ένφοβο στην ποίηση της αποτελούν στοιχεία αδιαχώριστα. Δεν λειτουργούν  ως αντίρροπες δυνάμεις αλλά συνυφαίνονται για να δώσουν στις λέξεις το ειδικό βάρος και στο ποίημα μια ιδιαίτερη θερμοκρασία με προαπαιτούμενα την ενοχή και τον φόβο. Το δύσβατο των στιγμών αντί να θολώνει τα πράγματα της προσφέρει μια ασύλληπτη διαύγεια. « Παρ’ όλα αυτά κάθε βράδυ/λέω καληνύχτα στο φανταστικό/Τα χέρια μου λύνω το σώμα μου/περπατάω επί μακρόν/πλάι στον κάθυγρο έρωτα της όχθης, είπαν,/θα επιστρέψει ο Ιλισσός στα νερά του …. »

Δεν υπάρχει ως εδώ για τη Δαράκη. Η ποιήτρια δεν προσπαθεί να ξεπεράσει το φόβο του θανάτου, ούτε επιτρέπει στον εαυτό της να υπεισέλθει σε μια φιλολογία θανάτου. Είναι το φόβο της ερήμωσης του κόσμου που δεν ανέχεται. « Αφήνει το χρόνο να στάζει μέσα στο ποίημα» και κατορθώνει να περπατήσει  μέσα στη σφαίρα του θανάτου με τόση φυσικότητα  που μας αναστατώνει. Η συνείδηση είναι αυτή που επιβάλλει «στην ψυχή να μικροφωνίσει» μέσα στο ποίημα όταν δεν υπάρχει άλλος τρόπος να μας αφυπνίσει.

Σε μια εποχή που το ουσιαστικό μας απωθεί, η Δαράκη εντρυφεί σε αυτό με ιδιότυπο τρόπο για να ποκαλύψει την ουσία του. Το βάθος στο οποίο φτάνει προκαλέι άλεχτο ρίγος. Ενεργοποιεί τη συνείδηση. Ο τρόπος που συμπλέκονται θάνατος, έρωτας, ποίηση, μνήμη και όνειρο καθιστά το λόγο της τόσο δραστικό και ουσιαστικό που ενεργεί καταλυτικά στη στάση μας απέναντι στη ζωή.

 

Αντιφώνηση της Ζέφης Δαράκη

 

Ευχαριστώ πολύ το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας Συγγραφέων, γι’αυτή την πολύ ευγενική χειρονομία τιμής προς το ποιητικό μου έργο. Η παρούσα μικρή εισήγηση, είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Βύρωνα Λεοντάρη...

 

Υποτιθέμενος τίτλος: «Η ξενητειά στο άναυδο».

 

Θα ήθελα να σας μιλήσω για τον αόριστο προορισμό της ποίησης... Για το ακαθόριστο του προορισμού της. Ότι, δήλαδή, αν με ρωτούσατε σε τι χρησιμεύει η ποίηση, θα σας έλεγα, ότι δεν χρησιμεύει σε τίποτε. Γιατί δεν εντέλλεται να αλλάξει τον κόσμο. Σημαίνει όμως τον εαυτό της. Υ π ο ν ο ε ί  τον εαυτό της. Και είναι ένας χρησμός προς διερεύνηση όταν το σώμα διδάσκει και διδάσκεται τις απαντήσεις του.

Το ποίημα σ η μ α ί ν ε ι τον εαυτό του. Κάτω απ’τα λόγια, είναι ο λόγος που δε λέγεται. Κάτω απ’την απουσία μας, ο πιο φανταστικός κήπος      ά ν ε υ  ο ρ ί ω ν, καθώς στρέφεται γύρω από εκείνες τις μονήρεις λάμψεις που θα μεταφέρουν το νόημά τους στον αόρατο αναγνώστη, που είναι ένας και μοναδικός κατέναντί της, για να την αθωώνει. Γιατί η ποίηση είναι η ενοχή της, ανοιγοκλείνοντας τον κόσμο προς όλες τις εκδοχές του μη αναμενόμενου.

Μέσα από την αναμνηστική πραγματικότητα ενός αλλότριου ψυχικού βλέμματος, αυτό που θέλει να πει, κρύβεται, για να αποκαλυφθεί εκ νέου μεταμορφωμένο στο άλεκτο. Σ’αυτήν την ταραχή που διατυπώνεται μ’έναν διαρκή, βασανιστικό  τρόπο νοσταλγώντας το ανέκφραστο. Γιατί η ποίηση είναι μια λειτουργία σε συσκότιση, απ’την απόγνωση στη γραφή, κι απ’τη γραφή στην απόγνωση.

Όλοι περνάμε από παρακαμπτήριες. Περνάμε από σκοτάδια φωτισμένα. Η ποίηση διαπλέει το σκοτάδι της. Αυτό το σκοτάδι, καλείται ο αναγνώστης να διαρρήξει. Να διαρρήξει αυτόν τον εγκλεισμό. Να φτάσει στον κόσμο της τρομερής ταχυπαλμίας που ζει το ποίημα.

Το αφετηριακό ρίγος της ποίησης, δεν έχει στόχο κανένα κοινό. Έχει στόχο τον εαυτό της καθώς είναι μια έμμονη ιδέα-φυλακή, πως κάποιος κρυφακούει λόγια που δεν έχουν ειπωθεί ακόμα... Υπάρχει τότε ένα σημείο διαφυγής απ’αυτό τον τρόμο. Από το πιο ισχυρό σημείο αυτής της διαφυγής, διέρχεται σιωπηλά το ποίημα, προς το άναυδο...

Η σχέση της ποίησης με τον αναγνώστη, είναι μια σχέση έλξης-απώθησης. Η γλώσσα δαιμονίζεται, βασανίζεται, αγιάζεται στις εικόνες της, συστρέφεται ανάμεσα στο μετέωρο της έμπνευσης και στην ορμή της λέξης να διατυπωθεί. Η λέξη νοσταλγία, η λέξη θλίψη, η λέξη άλγος, είναι δρώμενα. Επισημαίνουν την απουσία των πραγμάτων. Η αρχετυπική αποκάλυψη του βάθους των λέξεων, πέρα από γραμματικούς και λεκτικούς κανόνες και κώδικες, θα αποκαλύψει κάθε φορά, όχι αυτό που η ποίηση θέλει να πει αλλά αυτό που ήθελε να πει.

Η ποίηση είναι ο χαιρετισμός και ο αποχαιρετισμός της. Και είναι από τη φύση της, η μόνη ουτοπική επαναστατική πράξη – δεν υπάρχει προς το παρόν άλλη, μακάρι να υπάρξει -  γιατί η ανθρώπινη λύπη είναι μεγάλη. Η ποίηση είναι η πλέξη του κόσμου απ’την ανάποδη καθώς αγγίζει την πηγή ενός αλλοπαρμένου καθρέφτη. Εκείνος, την πετάει πίσω, στο διαταραγμένο τοπίο του κόσμου. Τότε εκείνη συγυρίζει τα ασυγύριστα. Μένουν μετέωρα στα χέρια της τα πράγματα, σαν κλάματα ασκούπιστα.

Η ποίηση μοιάζει αιώνια να προσπαθεί κάτι να θυμηθεί... Κάτι ανήκουστο, από πολύ μακριά χαμένο που λησμονήθηκε και κοιτάζεται μοναχό του, σαν φίλημα που έχει δοθεί σε ανύποπτα χείλη... Και είναι ένα δύστροπο και μαζί γερασμένο πρόωρα, σινιάλο-κλάμα, γι’αυτό το ποτέ μες στην πραγματικότητα. Κάποτε διαφεύγει, εξαγγέλλοντας τον ερχομό μιας φοβερής αλήθειας. Τη φοβερή αλήθεια του ονείρου που δεν θέλει και δεν επιθυμεί παρά να ψιθυρίσει εκείνο το ρίγος που προκαλεί το ίδιο το όνειρο στο όνειρό του.

 

Για τον Χριστόφορο Χαραλαμπάκη

 

ΝΙΚΟΣ ΛΑΒΙΔΑΣ

Ο Καθηγητής Χριστόφορος Χαραλαμπάκης αποτελεί κορυφαίο θεμελιωτή της διακλαδικής και διεπιστημονικής προσέγγισης της Γλωσσολογίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης πρότεινε και έδειξε στην πράξη πώς μπορεί να επιτευχθεί η συνεργασία της Γλωσσολογίας με τη Λογοτεχνία, την Εκπαίδευση, την Τεχνολογία, ήδη από τη δεκαετία του ’80. Έθεσε, επίσης, τις βάσεις για έναν γόνιμο διάλογο ανάμεσα στη Διαλεκτολογία και τη Λογοτεχνία, τη διαχρονική μελέτη της γλώσσας και τη Λεξικογραφία, τη Θεωρία της Γλώσσας και την Εκπαίδευση. Μ’ αυτόν τον τρόπο απέδειξε πως η διεπιστημονικότητα και η διακλαδικότητα είναι η αφετηρία της πρωτοτυπίας στην επιστημονική έρευνα, καταθέτοντας πολύτιμες «ψηφίδες» που δημιουργούν ένα αξιοθαύμαστο «ψηφιδωτό» γλωσσικής ανάλυσης, συγχρονικής και διαχρονικής, των διαλέκτων, αλλά και της Κοινής, των λογοτεχνών, αλλά και της καθημερινής χρήσης της γλώσσας.

Παράλληλα με την προώθηση της διεπιστημονικής και της διακλαδικής προσέγγισης της Ελληνικής και της Θεωρητικής Γλωσσολογίας, το έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη κινείται σε έναν δεύτερο άξονα: τη διαρκή και πολύπλευρη σύνδεση της Γλωσσολογίας με την κοινωνία και την ακατάπαυστη προσφορά μέσω της Γλωσσολογίας στην τοπική κοινωνία της Κρήτης, την ευρύτερη ελληνική κοινωνία, αλλά και το σύνολο της Ευρώπης. Μέσα απ’ αυτόν τον άξονα ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, ήδη από τη δεκαετία του ’80, συνδέει τη Γλωσσολογία με το σχολείο και τα αναλυτικά του προγράμματα, αποτελώντας πρωτοπόρο στη διδασκαλία της Ελληνικής ως μητρικής και ξένης γλώσσας, σε μικρούς μαθητές και ενήλικες. Επιπροσθέτως, αυτή η διαρκής προσπάθεια προσφοράς στην κοινωνία μέσω της Γλωσσολογίας τον οδήγησε στην καινοτόμο ενασχόληση, για τα ελληνικά πλαίσια και την εποχή, με τους τομείς της Κοινωνιογλωσσολογίας και της Γλωσσικής Τεχνολογίας.

Μ’ αυτόν τον στόχο, τη διαρκή αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της Γλωσσολογίας προς όφελος της κοινωνίας, το έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη δεν σταματάει στις πολύτιμες «ψηφίδες» πρωτοτυπίας των ερευνών του, αλλά στοχεύει σ’ ένα μεγάλο και σπουδαίο έργο για την κοινωνία. Αυτό το μεγάλο και σπουδαίο έργο είναι αδιαμφισβήτητα το Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας της Ακαδημίας Αθηνών, προς το οποίο ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης κατηύθυνε την ερευνητική του προσφορά για πάνω από μία δεκαετία. Το Λεξικό στην πράξη ενσωματώνει όλα τα πορίσματα της πολυετούς προηγούμενης έρευνάς του, καταδεικνύει τα πρακτικά αποτελέσματα της διεπιστημονικής προσέγγισης της Γλωσσολογίας (όλα τα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης συνεργάζονται μεταξύ τους, αλλά και με τη Γλωσσική Τεχνολογία και τη Γλωσσική Διδασκαλία), και μετασχηματίζει τη Θεωρητική Γλωσσολογία σε χρηστικό (δηλαδή, πολύτιμο προς αξιοποίηση απ’ όλους) λεξικό. Οι καινοτομίες του Χρηστικού Λεξικού είναι πολυάριθμες: αφορούν, για παράδειγμα, τη χρήση σύγχρονου λημματολογίου από εκτενείς βάσεις δεδομένων, με τη βοήθεια των οποίων λημματοποιούνται 5.000 νεολογισμοί που δεν υπάρχουν σε κανένα άλλο λεξικό. Οι καινοτομίες αφορούν ακόμη την καταγραφή αυθεντικών παραδειγμάτων, που αναδεικνύουν την προφορική γλώσσα, την αναλυτική παρουσίαση των συνδυαστικών δυνατοτήτων των λέξεων, τον ακριβή υφολογικό προσδιορισμό λέξεων και εκφράσεων, για παράδειγμα, ως λέξεις-εκφράσεις του απαιτητικού λεξιλογίου, της αργκό, του αρχαιοπρεπούς, του διαλεκτικού, του επίσημου, του επιστημονικού, του λαϊκού, του λόγιου, του ταμπού ή του χιουμοριστικού λεξιλογίου.

Επιπλέον, δέκα χιλιάδες στερεότυπες ή ιδιωματικές εκφράσεις και σταθερές λεξιλογικές συνάψεις καταγράφονται στο Χρηστικό Λεξικό, επισημαίνεται η χρονολογία πρώτης εμφάνισης δάνειων λέξεων στη Νεοελληνική από την Αγγλική και τη Γαλλική, παρατίθενται ετυμολογίες με βάση τη σημασία που αποκτά κάθε φορά η λέξη, ενώ επισημαίνονται συστηματικά οι σημασιολογικές μεταβολές των αρχαίων, μεταγενέστερων και μεσαιωνικών λέξεων.

Θα επιχειρήσω μία διαχρονική καταγραφή της επιστημονικής πορείας του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη, που θα αναδείξει ακριβώς αυτό το δίπτυχο της προσφοράς του στη διακλαδικότητα και διεπιστημονικότητα της Ελληνικής Γλωσσολογίας καθώς και στη σύνδεση της Γλωσσολογίας (μέσω της Εκπαίδευσης, της Λεξικογραφίας, της Διαλεκτολογίας) με την τοπική κοινωνία της Κρήτης, την ευρύτερη ελληνική κοινωνία και τις κοινωνίες της Ευρώπης.

Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης γεννήθηκε στην Κρήτη, στην Ανατολή Ιεράπετρας. Μετά από τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τις μεταπτυχιακές σπουδές του στα Πανεπιστήμια της Κολωνίας και της Χαϊδελβέργης, εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Κολωνίας (1976). Ήδη η διδακτορική του διατριβή (“Phthano: Ein Beitrag zur griechischen Wortforschung” [Φθάνω: Συμβολή στην Ελληνική Λεξικογραφία]) αποτελεί απόδειξη της ρηξικέλευθης γλωσσολογικής του έρευνας: στη διατριβή του επιχειρεί προδρομικά την εξέταση του διεπιπέδου της σημασιολογίας και της σύνταξης (για τα ρήματα κίνησης) καθώς και τη διαχρονική ανάλυση ρημάτων της Ελληνικής από τον Όμηρο μέχρι τη Νεοελληνική. Η διατριβή του είναι πρωτοποριακή: θέτει τις βάσεις για θέματα που θα απασχολήσουν τη σύγχρονη Γλωσσολογία, κυρίως μετά το 2000, δηλαδή τη σχέση σημασίας και σύνταξης ή τη σημασιο-συντακτική μεταβολή στην Ελληνική.

Η έρευνα του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη θα παραμείνει στα ίδια πλαίσια εξαίρετης πρωτοτυπίας και μετά τη διδακτορική του διατριβή. Τα θέματα που ερευνά αποκαλύπτουν πάντα όψεις της Γλωσσολογίας ελάχιστα μελετημένες, αθέατες και αναξιοποίητες μέχρι τότε. Αναφέρω ενδεικτικά την έρευνά του για τη γλωσσική παρακμή στην ελληνική αρχαιότητα ή τη μελέτη του για τη γλώσσα σφυριγμάτων από την Αντιά, την πρώτη σχετική γλωσσική έρευνα, που παρεκίνησε την UNESCO να ενδιαφερθεί για το θέμα της αναβίωσης αυτής της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς.

Στο έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη, επιπλέον, η Διαλεκτολογία συνδυάζεται με τη Λογοτεχνία και τη Διαχρονία (για παράδειγμα, στις μελέτες του για την κρητική διάλεκτο και τον Ιωάννη Κονδυλάκη, τη σύγχρονη κυπριακή ποίηση, το Καρπαθιακό ιδίωμα στην κωμωδία του Σωτηρίου Καρτέσιου Ο Καρπάθιος ή τις μελέτες του για τη διαχρονία των διαλέκτων της Κρήτης και της Αμοργού). Επίσης, στις μελέτες του, η Θεωρητική Γλωσσολογία συμβάλλει στη Γλωσσική Πολιτική και την Εκπαίδευση (για παράδειγμα, στις έρευνές του για το ορθογραφικό σύστημα, την τονική απλοποίηση, τη διάδοση και το μέλλον της Νεοελληνικής, τη γλωσσική πολιτική στην Ευρώπη της πολυγλωσσίας ή στον τόμο Γλώσσα και Εκπαίδευση: Θέματα διδασκαλίας της νεοελληνικής γλώσσας). Επιπλέον, στο έργο του η Λεξικογραφία αξιοποιεί τα Σώματα Κειμένων και την Τεχνολογία, η Γλωσσική Θεωρία συνδιαλέγεται με τη Διαλεκτολογία και τη Δίγλωσση Εκπαίδευση, και η Γλωσσολογία συνεργάζεται με τη Φιλολογία και τη Λαογραφία (για παράδειγμα, στις μελέτες του για τους λογοτεχνικούς παπύρους της Κολωνίας, τον Ευριπίδη, τον Θουκυδίδη, τη σχέση Λαογραφίας και Γλωσσολογίας).

Θέλω να επισημάνω ότι το ερευνητικό έργο του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη αποτελεί «επιτομή» της Ελληνικής Γλωσσολογίας, αναδεικνύει τη διεπιστημονικότητα και τη διακλαδικότητα, αλλά παράλληλα κινείται στη σταθερή τροχιά των τομέων της Διαλεκτολογίας, της Υφολογίας, της Λεξικογραφίας, της Γλωσσικής Διδασκαλίας καθώς και της διαχρονικής μελέτης της Ελληνικής. Από τα φοιτητικά του χρόνια, ασχολείται με την επιτόπια γλωσσική έρευνα με κόπο και επιστημονική συστηματικότητα, συλλέγει διαλεκτικό υλικό με αποτελεσματικότητα που του δίνει το πρώτο βραβείο της εν Αθήναις Γλωσσικής Εταιρείας (Συλλογή δημώδους γλωσσικού υλικού από την Ανατολή Ιεράπετρας). Η συλλογή και η ανάλυση διαλεκτικού υλικού βρίσκονται στο επίκεντρο της έρευνάς του, από τα φοιτητικά του χρόνια μέχρι σήμερα. Έχει μελετήσει τα ιδιώματα, μεταξύ άλλων, του Γερακίου Πεδιάδος (Ηρακλείου), των Γωνιών Μαλεβιζίου (Ηρακλείου), της επαρχίας Μυλοποτάμου (Ρεθύμνου), της Καρπάθου, των Κυθήρων, της Κασσάνδρας Χαλκιδικής, της Ξάνθης, της Θεσσαλίας, της Λακωνίας, της Κύπρου, της Νότιας Ιταλίας.

Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης έχει επίσης αναλύσει τη γλώσσα και το ύφος πολλών λογοτεχνών, παλαιότερων και νεότερων: μεταξύ άλλων, του Γιώργου Σεφέρη, του Οδυσσέα Ελύτη, του Κωστή Παλαμά, του Νίκου Καζαντζάκη, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του Γεωργίου Δροσίνη, του Παντελή Πρεβελάκη, του Παύλου Μάτεσι, του Γιώργη Κρόκου, του Μανόλη Πρατικάκη, του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, της Ευρυδίκης Περικλέους-Παπαδοπούλου, του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού Χαρκιανάκη. Επιπρόσθετα, ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης είναι κορυφαίος θεωρητικός γλωσσολόγος. Αλλά και η ενασχόλησή του με τη Θεωρητική Γλωσσολογία χαρακτηρίζεται απόλυτα από την πρωτοτυπία και την ποικιλία των θεμάτων τα οποία εξετάζει: ως παράδειγμα αναφέρω τις μελέτες του για τη γλώσσα των μελισσών (2011), τα επιφωνήματα στη Νεοελληνική (2002) ή τους αρχαϊσμούς στην Κρητική (1986).

Οι πολύτιμες «ψηφίδες» γλωσσικής ανάλυσης που προσέφερε ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης βρήκαν την κορύφωσή τους στο μεγάλο έργο που συνοψίζει μερικά από τα στοιχεία της ρηξικέλευθης, νεωτερικής έρευνάς του: το Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας της Ακαδημίας Αθηνών. Θα ήθελα να πω δύο λόγια πιο προσωπικά σε σχέση μ’αυτό το έργο γιατί είχα την τιμή να παρακολουθήσω από κοντά πολλά από τα στάδια της σύνταξής του.

Επομένως, θα ήθελα να εστιάσω εδώ στον τρόπο προετοιμασίας του Λεξικού. Το Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας συμπυκνώνει το πώς μπορεί να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή πρωτοτυπία στον πιο δύσκολο χώρο για να είναι ένας ερευνητής απολύτως πρωτότυπος, στον χώρο της Λεξικογραφίας. Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης αντιμετώπισε κάθε λήμμα ξεχωριστά (κυριολεκτικά), σαν ένα ιδιαίτερο αντικείμενο έρευνας, και αντιμετώπισε το κάθε αντικείμενο έρευνας που προέκυπτε στο κάθε λήμμα με ρηξικέλευθη δημιουργικότητα, αξιοποιώντας τις παλαιότερες θεωρητικές και διαλεκτικές μελέτες του, στηριζόμενος στην τεχνολογία, έχοντας πάντα στο μυαλό του τον ομιλητή, την κοινωνία, τη διδασκαλία. Νομίζω πως η εφαρμογή της διεπιστημονικής και της διακλαδικής προσέγγισης στη σύνταξη του Λεξικού -να αναφέρω μόνο τις μακρές συζητήσεις λημμάτων με ειδικούς από τους χώρους της Ιατρικής ή της Νομικής ή των Καλών Τεχνών ή με ανθρώπους των σταυρόλεξων, ειδικούς, δηλαδή, στο χώρο του δημιουργικού «παιχνιδιού» με τις λέξεις- θα ταράξει στο μέλλον τα νερά της λεξικογραφίας παγκοσμίως και θα ανανεώσει σε μεγάλο βαθμό αυτό το πεδίο έρευνας.

Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης διαθέτει, επίσης, το χάρισμα να είναι μοναδικός δάσκαλος. Ενέπνευσε με το παράδειγμα της σκληρής και καινοτόμου δουλειάς του και βοήθησε με ουσιαστικό τρόπο μαθητές και συνεργάτες μέσω όλων των ρόλων του, ως συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών (1977-83), ως Καθηγητής πρώτης βαθμίδας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης (1983-93), στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών (1993-2000) και στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (από το 2000).

Όπως ανέφερα και στις εισαγωγικές μου παρατηρήσεις, η Γλωσσολογία για τον Χριστόφορο Χαραλαμπάκη δεν μπορεί να υπάρξει απομονωμένη από την κοινωνία. Μόνο ενδεικτικά αναφέρω την πρωτοβουλία του, ως Προέδρου της σχετικής Επιτροπής του τότε Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, για την κατάρτιση, για πρώτη φορά, ενιαίου προγράμματος σπουδών για τη νεοελληνική γλώσσα στην εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση (1992) και τη διαμόρφωση (σε συνεργασία με την Καθηγήτρια Margrit Wetter) πλαισίου διδασκαλίας των ξένων γλωσσών για ενήλικες σε 33 πανεπιστήμια από 20 ευρωπαϊκές χώρες (“ALPINE” - A Higher Education Project, 2001-2004).

Το εύρος της ερευνητικής και διδακτικής δραστηριότητας και το πλήθος των μελετών του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη θα οδηγούσαν στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι είναι ένας απομονωμένος επιστήμονας, που ζει σε «κλειστούς» ερευνητικούς χώρους. Ισχύει, όμως, ακριβώς το αντίθετο: το πάθος του για προσφορά τον καθιστά πάντα προσιτό και πρόθυμο να συνεισφέρει με όλες του τις δυνάμεις στο κοινωνικό σύνολο. Αρκεί να ανατρέξει κανείς στο πλήθος των συνεντεύξεων και των άρθρων του σε εφημερίδες, στον πολύ μεγάλο αριθμό προλογικών σημειωμάτων και βιβλιοπαρουσιάσεων, στη σύνταξη του άρθρου “Γλωσσολογία” για εκλαϊκευμένους τόμους ή στα λήμματα για εγκυκλοπαίδειες που έχει συντάξει, για να αντιληφθεί πολύ εύκολα την άμεση επικοινωνία που έχει επιτύχει με τον πολύ κόσμο και τη διαρκή του προσπάθεια να κάνει μετόχους των πορισμάτων της Γλωσσολογίας όλους τους ανθρώπους.

Εν κατακλείδι, θα ήθελα να τονίσω ένα ακόμη χαρακτηριστικό της προσφοράς του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη: ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης είναι ένας γλωσσολόγος που επεδίωξε και πέτυχε να γίνει μοναδικός, να βρει τα «κλειδιά» και να ανοίξει μόνος του «πόρτες κλειστές», να αποκαλύψει, δηλαδή, όψεις της Ελληνικής Γλωσσολογίας που ήταν άγνωστες μέχρι τότε. Το πέτυχε αυτό με τη δημιουργικότητά του, με κοπιώδη προσπάθεια, με τη μελέτη εντελώς καινοτόμων και σύνθετων θεμάτων. Πέρα, όμως, από αυτό το προσωπικό του επίτευγμα, επέλεξε επίσης να προσφέρει στους συνανθρώπους του και να προωθήσει -με το ίδιο πάθος με το οποίο άνοιγε δρόμους- τη συνέχιση της μελέτης των όψεων της Γλωσσολογίας που ανέδειξε, αποδεικνύοντας πάντα την απόλυτη αγάπη του για τη γλωσσική επιστήμη.

 

Η ΕΚΔΗΛΩΣΗ (λήψη ΒΟΟΚΙΑ)

Απονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας ΣυγγραφέωνΑπονεμήθηκαν τα βραβεία της Εταιρείας Συγγραφέων

Δείτε επίσης


TO ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 2017

TO ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 2017

21/04/17
To Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Union Prize for Literature) θα απονεμηθεί στις 23 Μαΐου στις Βρυξέλλες στην Κάλλια Παπαδάκη, με αναφορά στο τελευταίο της βιβλίο
ΣΑΙΞΠΗΡ-ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ

ΣΑΙΞΠΗΡ-ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ

25/04/16
Στον άνθρωπο που συνέδεσε το όνομά του με εκείνο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ και που πέθανε 4 μόλις μέρες πριν συμπληρωθούν τα 400 χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου άγγλου θεατρικού